Greek Meaning of contumacious

αυθάδης

Other Greek words related to αυθάδης

Definitions and Meaning of contumacious in English

Wordnet

contumacious (s)

wilfully obstinate; stubbornly disobedient

FAQs About the word contumacious

αυθάδης

wilfully obstinate; stubbornly disobedient

προκλητικός,επαναστάτης,επαναστατημένος,πεισματάρης,εκούσιος,αμετάπειστος,δύστροπος,αντίθετος,ανυπάκουος,διαφωνούντας

συγκαταβατικός,ευχάριστος,Επιδεκτικός,φιλικός,συμπεριφέρεται,συμβατός,Συμφωνούσα,συνεταιρισμός,σεβαστικός,υπάκουος

controvert => αμφισβητώ, controversy => διαμάχη, controversially => αμφιλεγόμενα, controversialist => αντιφρονούσας, controversial => αμφιλεγόμενος,