Greek Meaning of remarkably

αξιοσημείωτα

Other Greek words related to αξιοσημείωτα

Definitions and Meaning of remarkably in English

Wordnet

remarkably (r)

to a remarkable degree or extent

in a signal manner

FAQs About the word remarkably

αξιοσημείωτα

to a remarkable degree or extent, in a signal manner

απόλυτα,φρικτός,τρομερά,απολύτως,εξόχως,τεράστια,ολόκληρος,υπερβαίνων,υπερβολικά,εξαιρετικά

μόλις,μόλις,μόνο,μικρός,περιθωριακός,πενιχρά,ελάχιστα,αραιά,σπάνια,Λίγο πολύ

remarkable => αξιοσημείωτος, re-mark => επαναμαρκάρισμα, remark => παρατήρηση, remanet => υπόλοιπο, remanent => εναπομείναν,