Greek Meaning of negligibly
αμελητέο
Other Greek words related to αμελητέο
- τρομερά
- ολοκληρωτικά
- σημαντικά
- ολόκληρος
- Ειδικά
- υπερβαίνων
- υπερβολικά
- εκτενώς
- επιπλέον
- πολύ
- μακριά
- πολύ
- πολύ
- πολύ
- θνησιμαία
- τα περισσότερα
- πολύς
- ιδιαίτερα
- αποκλειστικά
- σημαντικά
- έτσι
- σημαντικά
- σούπερ
- τρομερά
- διεξοδικά
- επίσης
- ολοκληρωτικά
- ολοκληρωτικά
- πολύ
- κάτι
- αισθητά
- φρικτός
- θηριώδης
- θανατηφόρος
- εξόχως
- εξαιρετικά
- τρομακτικά
- γεμάτος
- χαρούμενος
- πολύ
- ισχυρός
- αισθητά
- τρίζοντας
- πραγματικός
- δεξιά
- άφθονα
- με διάκριση
- γενναιόδωρα
- ωραία
- πολύ
- ελευθέρως
- ψηλαφητά
- άφθονα
Nearest Words of negligibly
- negotiants => διαπραγματευτές
- negotiate (about) => Διαπραγματεύομαι (σχετικά)
- negotiates => διαπραγματεύεται
- negotiating (about) => διαπραγματεύσεις (για)
- negotiations => διαπραγματεύσεις
- negotiators => διαπραγματευτές
- neighborhoods => γειτονιές
- neighbors => Γείτονες
- neighs => χρεμετίζει
- neither here nor there => ούτε εδώ ούτε εκεί
Definitions and Meaning of negligibly in English
negligibly
so small or unimportant as to deserve little or no attention, so small or unimportant or of so little consequence as to warrant little or no attention
FAQs About the word negligibly
αμελητέο
so small or unimportant as to deserve little or no attention, so small or unimportant or of so little consequence as to warrant little or no attention
μικρός,ονομαστικά,λίγο,ένα σ@#τ,μόλις,μόλις,μόνο,περιθωριακός,πενιχρά,ελάχιστα
τρομερά,ολοκληρωτικά,σημαντικά,ολόκληρος,Ειδικά,υπερβαίνων,υπερβολικά,εκτενώς,επιπλέον,πολύ
negligibility => αμελητέοτητα, negligé => Νεγκλιζέ, neglects => παραμελεί, negativistic => αρνητικός, negatives => αρνητικά,