Greek Meaning of frightfully
τρομακτικά
Other Greek words related to τρομακτικά
- άσχημα
- διάολε
- κατάρατος
- απελπισμένα
- πολύ
- μακριά
- πολύ
- απίστευτα
- έντονα
- χαρούμενος
- πραγματικά
- σοβαρά
- σοβαρά
- έτσι
- τρομερά
- επίσης
- πολύ
- απόλυτα
- πονηρά
- φρικτός
- τρομερά
- θηριώδης
- κόκαλο
- ολοκληρωτικά
- δαγκ
- θανατηφόρος
- βαθιά
- εξόχως
- τεράστια
- Ειδικά
- υπερβαίνων
- υπερβολικά
- εξαιρετικά
- επιπλέον
- θαυμάσια
- φανταστικά
- άγρια
- Βρόμικος
- γεμάτος
- πολύ
- πολύ
- πολύ
- εξαιρετικά
- ισχυρός
- τερατώδης
- θνησιμαία
- τα περισσότερα
- πολύς
- ιδιαίτερα
- περνώντας
- θετικά
- τρίζοντας
- πραγματικός
- αξιοσημείωτα
- βρυχιό
- βρυχηθμού
- πονεμένος
- πολύ
- ειδικά
- τέτοιος
- σούπερ
- εξαιρετικά
- Υπερβολικά
- ότι
- διεξοδικά
- ολοκληρωτικά
- σπάνια
- ολοκληρωτικά
- πολύ
- ζωτικά
- τρόπος
- κακός
- άγρια
- οδυνηρά
- ξεκάθαρος
- τεράστια
- καλός και
- πολύ
- άφθονα
- παντοδύναμος
- συνολικά
- καταπληκτικά
- αισθητά
- εκπληκτικά
- αστρονομικά
- σημαντικά
- Φελλός
- ράγισμα
- με διάκριση
- απολύτως
- ολόκληρος
- ποτέ
- υπερβολικά
- εκτενώς
- πλήρως
- αισθητά
- πολύ
- τεράστιος
- μνημειακά
- αξιοσημείωτα
- αισθητά
- ανήθικα
- φανερά
- ψηλαφητά
- προφανώς
- άφθονα
- βαθύτατα
- αποκλειστικά
- ριζικά
- δεξιά
- σημαντικά
- Ξύλο
- εκπληκτικά
- βρωμερός
- σημαντικά
- χτυπώντας
- ασυνήθιστος
- ορατά
- εξολοκλήρου
- πολύ
- με το γκάζι στο τέρμα
- κυρίως
Nearest Words of frightfully
Definitions and Meaning of frightfully in English
frightfully (r)
used as intensifiers
frightfully (adv.)
In a frightful manner; to a frightful dagree.
FAQs About the word frightfully
τρομακτικά
used as intensifiersIn a frightful manner; to a frightful dagree.
άσχημα,διάολε,κατάρατος,απελπισμένα,πολύ,μακριά,πολύ,απίστευτα,έντονα,χαρούμενος
μικρός,Λίγο πολύ,μόνο,ονομαστικά,σπάνια,αμελητέο,μόλις,μόλις,περιθωριακός,πενιχρά
frightful => τρομερός, frighteningly => τρομακτικά, frightening => τρομακτικό, frightened => φοβισμένος, frighten off => τρομάζω,