FAQs About the word notably

αξιοσημείωτα

especially; in particular, to a remarkable degree or extentIn a notable manner.

Ειδικά,ιδιαίτερα,συγκεκριμένα,ιδίως,ειδικά,συγκεκριμένα,ρητά

γενικά,βασικά,κυρίως,σε μεγάλο βαθμό,κυρίως,κυρίως,κυρίως,κυρίως,κυρίως,σημαντικά

notableness => αξιοσημείωτο, notable => αξιοσημείωτος, notability => αξιοσημείωτο, notabilities => διασημότητες, notabilia => αξιόλογα,