Greek Meaning of pocket-size

τσέπης

Other Greek words related to τσέπης

Definitions and Meaning of pocket-size in English

Wordnet

pocket-size (s)

relatively moderate, limited, or small

small enough to be carried in a garment pocket

FAQs About the word pocket-size

τσέπης

relatively moderate, limited, or small, small enough to be carried in a garment pocket

μικρός,μικρός,μικρός,Μπαντάμ,μικροσκοπικός,νάνος,νάνος,καλό,μισή πίντα,λιλιπούτειος

μεγάλος,ογκώδης,σημαντικός,τεράστιος,γίγαντας,γιγάντιος,καλό,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός,όμορφος

pocketknife => σουγιάς, pocketing => βάζω στην τσέπη‎, pocket-handkerchief => μαντήλι τσέπης, pocketfuls => τσέπες γεμάτες, pocketful => τσέπη,