Greek Meaning of pocketing

βάζω στην τσέπη‎

Other Greek words related to βάζω στην τσέπη‎

Definitions and Meaning of pocketing in English

Webster

pocketing (p. pr. & vb. n.)

of Pocket

FAQs About the word pocketing

βάζω στην τσέπη‎

of Pocket

περιέχοντας,Ελεγχόμενος,καταπιεστικός,αποπνικτικός,κατασταλτικός,Κατάποση,έλεγχος,πνιγμός (πίσω),κράσπεδο,συγκράτηση

εκφράζοντας,Απελευθέρωση,παίρνοντας έξω,εξαερισμός,χαλαρός,απελευθερώνοντας

pocket-handkerchief => μαντήλι τσέπης, pocketfuls => τσέπες γεμάτες, pocketful => τσέπη, pocketed freetail bat => Νυχτερίδα με διπλωμένα χείλη, pocketed bat => Χειρόπτερος,