Greek Meaning of checking
έλεγχος
Other Greek words related to έλεγχος
- Συμφωνία
- απάντηση
- ταυτόχρονος
- συμμορφούμενος
- αντίστοιχος
- κατάλληλος
- σύμφωνα με
- στοίχιση
- συνεκτικός
- συμπεριφερόμενος
- αποτελούμενο
- σφήνα
- πέφτοντας με
- πηγαίνω
- εναρμονιστική
- τζιμπάρισμα
- ταιριαστό
- Ομοιοκαταληξία
- διαλογή
- τετραγωνισμός
- σύγκριση
- ευθυγράμμιση
- Συγχορδίες
- ισούται
- εξισώνοντας
- στέκομαι στην ουρά
- παράλληλος
- Καταχώρηση
- ομοιοκαταληξία
Nearest Words of checking
Definitions and Meaning of checking in English
checking (p. pr. & vb. n.)
of Check
FAQs About the word checking
έλεγχος
of Check
Συμφωνία,απάντηση,ταυτόχρονος,συμμορφούμενος,αντίστοιχος,κατάλληλος,σύμφωνα με,στοίχιση,συνεκτικός,συμπεριφερόμενος
αντιφατικός,διαφορετικό από,διαφωνία (με),αμφισβητώντας,συγκρουόμενο,Αντιφατικό,άρνηση,ακυρώνει,άρνηση,ενοχλητικός
check-in => Εγγραφή, checkerwork => σκακιέρα, checkers => Ντάμα, checkering => κυμάτωση, checkered whiptail => Κόκκινη κολουροσαύρα,