Greek Meaning of answering

απάντηση

Other Greek words related to απάντηση

Definitions and Meaning of answering in English

Wordnet

answering (s)

replying

Webster

answering (p. pr. & vb. n.)

of Answer

FAQs About the word answering

απάντηση

replyingof Answer

απαντώντας,απάντηση,σχολιάζοντας,αντιδρώντας,επανένταξη,απαντώντας,επιστρέφοντας,αναγνωριστικός,Επιστρέφοντας,επικοινωνία

ερώτημα,Μελετητική,ερώτηση,απαιτητικός,εξετάζω,ψησιμο,ανάκριση,άντληση,τοπογραφία.,Αντεξέταση

answerer => αποκριτής, answered => απάντησε, answerably => αποκρινόμενα, answerableness => ευθύνη, answerable => υπεύθυνος,