Greek Meaning of rhyming

Ομοιοκαταληξία

Other Greek words related to Ομοιοκαταληξία

Definitions and Meaning of rhyming in English

Wordnet

rhyming (a)

having corresponding sounds especially terminal sounds

Webster

rhyming (p. pr. & vb. n.)

of Rhyme

FAQs About the word rhyming

Ομοιοκαταληξία

having corresponding sounds especially terminal soundsof Rhyme

Στίχοι,λυρικός,μετρικός,μετρικός,ποιητικός,ποιητικός,ρυθμικός,ρυθμική,_βαρδικός_,υψηλοπετών

πεζός,Πέζος λόγος,πραγματικός,​​κυριολεκτικός,Γεγονός,Αμείλικτος,αντιποιητικός,αντιλυρικός

rhymic => ρυθμικός, rhymester => στιχοπλόκος, rhymery => ομοιοκαταληξία, rhymer => ριμοδότης, rhymeless => χωρίς ομοιοκαταληξία,