Greek Meaning of symbolic
συμβολικό
Other Greek words related to συμβολικό
Nearest Words of symbolic
- symbolic logic => Συμβολική λογική
- symbolic logician => Συμβολικός λογικός
- symbolic representation => Συμβολική αναπαράσταση
- symbolical => συμβολικός
- symbolically => συμβολικά
- symbolisation => Συμβολισμός
- symbolise => συμβολίζω
- symboliser => συμβολίζω
- symbolising => συμβολίζοντας
- symbolism => συμβολισμός
Definitions and Meaning of symbolic in English
symbolic (a)
relating to or using or proceeding by means of symbols
using symbolism
symbolic (s)
serving as a visible symbol for something abstract
FAQs About the word symbolic
συμβολικό
relating to or using or proceeding by means of symbols, serving as a visible symbol for something abstract, using symbolism
μεταφορικός,αντιπροσωπευτικός,αντιπρόσωπος,εμβληματικό,συμβολική,μεταφορικός,μεταφορικός,Αλληγορικός,εικονικός,τροπολογικός
πραγματικός,κυριολεκτικός,μη συμβολικό
symbolatry => Συμβολολατρία, symbol => σύμβολο, symbiotically => Συμβιωτικά, symbiotic => συμβιωτικός, symbiosis => Συμβίωση,