Greek Meaning of figural

εικονικός

Other Greek words related to εικονικός

Definitions and Meaning of figural in English

Wordnet

figural (s)

consisting of or forming human or animal figures

Webster

figural (a.)

Represented by figure or delineation; consisting of figures; as, figural ornaments.

Figurate. See Figurate.

FAQs About the word figural

εικονικός

consisting of or forming human or animal figuresRepresented by figure or delineation; consisting of figures; as, figural ornaments., Figurate. See Figurate.

μεταφορικός,μεταφορικός,μεταφορικός,συμβολικό,συμβολικός,τροπικός,τροπολογικός,Αισώπειος,αισωπικός,Αλληγορικός

​​κυριολεκτικός,μη εικονιστικός,χωρίς μεταφορά,μη συμβολικό

figurable => Εικονιζόμενου, figurability => Εικονισμός, figuline => φιγουλίνη, figulated => εικονιστικός, figulate => σχηματίζω,