Greek Meaning of rhythmical
ρυθμική
Other Greek words related to ρυθμική
Nearest Words of rhythmical
- rhythmic pattern => Ρυθμικό μοτίβο
- rhythmic => ρυθμικός
- rhythmer => ρυθμιστής
- rhythm section => Τμήμα ρυθμού
- rhythm method of birth control => Μέθοδος ρυθμού
- rhythm method => Μέθοδος του ώριμου ωαρίου
- rhythm and blues musician => Μουσικός rhythm and blues
- rhythm and blues => ρυθμ εν μπλουζ
- rhythm => ρυθμός
- rhysimeter => Ρυθμομέτρηση
Definitions and Meaning of rhythmical in English
rhythmical (a)
recurring with measured regularity
rhythmical (a.)
Pertaining to, or of the nature of, rhythm
FAQs About the word rhythmical
ρυθμική
recurring with measured regularityPertaining to, or of the nature of, rhythm
ρυθμισμένος,μετρικός,μετρικός,μιούζικαλ,σταθερός,ταλαντεύομαι,ζωηρός,μετρημένος,μετρονομικός,στολή
αρρυθμικός,αμέτρητος,μη μετρικός,άρρυθμος
rhythmic pattern => Ρυθμικό μοτίβο, rhythmic => ρυθμικός, rhythmer => ρυθμιστής, rhythm section => Τμήμα ρυθμού, rhythm method of birth control => Μέθοδος ρυθμού,