Greek Meaning of bridling
Χαλινάρι
Other Greek words related to Χαλινάρι
- Ελεγχόμενος
- κράσπεδο
- φύλαξη
- μέτρηση
- Ρυθμιστικό
- συγκρατημένος
- εξημέρωση
- περιέχοντας
- κατασταλτικός
- έλεγχος
- περιοριστική
- Κυβερνών
- κατοχή
- ανασταλτικός
- διακόπτωντας
- κυρίαρχος
- αποπνικτικός
- στάση
- τραβώντας
- Κατάποση
- συναρπαστικός
- αποκλεισμός
- ναυτία
- εμποδίζοντας
- χειροπέδες
- εμποδίζοντας
- εμποδίζοντας
- κιμάς
- σιγκαίνω
- φίμωση
- εμποδίζοντας
- βάζω στην τσέπη
- καταπιεστικός
- σιωπηρή
- βύθιση
- ασφυκτικός
- εμφιάλωση
- πνιγμός (πίσω)
- συγκράτηση
- περιορισμός (σε)
- καταπιεστικός
Nearest Words of bridling
Definitions and Meaning of bridling in English
bridling (p. pr. & vb. n.)
of Bridle
FAQs About the word bridling
Χαλινάρι
of Bridle
Ελεγχόμενος,κράσπεδο,φύλαξη,μέτρηση,Ρυθμιστικό,συγκρατημένος,εξημέρωση,περιέχοντας,κατασταλτικός,έλεγχος
χαλάρωση,Χάνοντας,εκφράζοντας,απελευθερωτικός,εξαερισμός,αερισμός,χαλαρός,παίρνοντας έξω,απελευθερώνοντας
bridler => χαλινός, bridled => χαλιναγωγημένος, bridle up => σφίγγω τα χαλινάρια, bridle road => Χαλινάρι δρόμος, bridle path => Διαδρομή ιππασίας,