Greek Meaning of muffling
σιγκαίνω
Other Greek words related to σιγκαίνω
Nearest Words of muffling
Definitions and Meaning of muffling in English
muffling (p. pr. & vb. n.)
of Muffle
FAQs About the word muffling
σιγκαίνω
of Muffle
σίγαση,αποπνικτικός,μονωτικό,γέμιση,μαλάκωμα,απόσβεση,ελαφρυντικός,ηχομόνωση,δαμάζοντας,απόχρωση (κάτω)
ενίσχυση,εμβάθυνση,ενισχυτικό,Ύψος,αυξανόμενο,ενδυνάμωση,απόσβεσή,ενίσχυση,μεγεθυντικός,αύξηση
muffler => Σιγαστήρας, muffled => πνιγηρός, muffle => πνίγω, muffish => μονότονος, muffing => Μάφιν,