Greek Meaning of muffled
πνιγηρός
Other Greek words related to πνιγηρός
- Βροντερός
- ανατίναξη
- Ανθηρός
- θορυβώδης
- ηχηρός
- Κωφωτικός/-ή/-ό
- εκκωφαντικός
- δυνατός
- θορυβώδης
- τρύπημα
- ηχηρός
- κουδούνισμα.
- βρυχιό
- ηχηρός
- σταθερός
- βροντερός
- Βροντερός
- θρασύς
- σαφής
- συντριβή
- ασύμφωνος
- σίτα
- σκληρός
- Θορυβώδης
- πολύ δυνατά
- (θλιβερός/η/ό)
- θορυβώδης
- οξύς
- στριγγός
- θορυβώδης
- κλάρο
- δείπνο
- εκκωφαντικός
- τρίξιμο
- σαλπιγγοειδής
Nearest Words of muffled
Definitions and Meaning of muffled in English
muffled (s)
being or made softer or less loud or clear
wrapped up especially for protection or secrecy
muffled (imp. & p. p.)
of Muffle
FAQs About the word muffled
πνιγηρός
being or made softer or less loud or clear, wrapped up especially for protection or secrecyof Muffle
σιωπηλός,αглуτισμένος,μαλακωμένο,ήρεμος (κάτω),Ήρεμος,ονειρικός,ειρηνικός,ξεκούραστος,Γαλήνιος,σιωπηλός
Βροντερός,ανατίναξη,Ανθηρός,θορυβώδης,ηχηρός,Κωφωτικός/-ή/-ό,εκκωφαντικός,δυνατός,θορυβώδης,τρύπημα
muffle => πνίγω, muffish => μονότονος, muffing => Μάφιν, muffineer => φόρμα για μάφιν, muffin man => Άνθρωπος για μαφιν,