Greek Meaning of overloud

πολύ δυνατά

Other Greek words related to πολύ δυνατά

Definitions and Meaning of overloud in English

Webster

overloud (a.)

Too loud; noisy.

FAQs About the word overloud

πολύ δυνατά

Too loud; noisy.

σίτα,σκληρός,θορυβώδης,θορυβώδης,οξύς,τρίξιμο,στριγγός,Βροντερός,ανατίναξη,Ανθηρός

νεκρός,ήπιος,Χαμηλός,ήσυχος,σιωπηλός,μαλακός,Ήρεμος,ονειρικός,σιωπηλός,πνιγηρός

overlordship => επικυριαρχία, overlord => Φεουδάρχης, overloop => υπερχείλιση, overlooking => θέα, overlooker => Επόπτης,