Greek Meaning of miniaturized

μινιατουροποιημένος

Other Greek words related to μινιατουροποιημένος

Definitions and Meaning of miniaturized in English

miniaturized

to design or construct in small size

FAQs About the word miniaturized

μινιατουροποιημένος

to design or construct in small size

απειροελάχιστος,μικρό,μικροσκοπικός,μικροσκοπικός,μίνι,μινιατούρα,αμελητέος - ελάχιστος,μικροσκοπικό,μικροσκοπικός,μικρό

μεγάλος,ογκώδης,σημαντικός,τεράστιος,γίγαντας,γιγάντιος,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός,όμορφος,χάσκι

miniatures => μικρογραφίες, mines => νάρκες, mind-sets => σετ μυαλού, mind's eyes => μάτια του νου, minds => μυαλά,