Greek Meaning of well-worn

φθαρμένος

Other Greek words related to φθαρμένος

Definitions and Meaning of well-worn in English

Wordnet

well-worn (s)

showing signs of much wear or use

repeated too often; overfamiliar through overuse

FAQs About the word well-worn

φθαρμένος

showing signs of much wear or use, repeated too often; overfamiliar through overuse

κλισέ,συνηθισμένος,Τριμμένο,στερεότυπος,κουρασμένος,κοινότοπος,βαρετό,χαρτόνι,κλισέ,Ως τον ιστό αράχνης

φρέσκος,νέος,μυθιστόρημα,πρωτότυπο,απορροφητικός,κινούμενος,άτυπος,ενεργειακός,Συμμετοχικός,απορροφητικός

well-wishing => Ευμενική διάθεση, well-wisher => Ευεργέτης, wellwisher => ευνοούμενος, well-wish => καλοπροαίρετος, well-willer => ευεργέτης,