Greek Meaning of sincerities
ειλικρίνεια
Other Greek words related to ειλικρίνεια
- αφέλεια
- Ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- Ευχέρεια
- ακεραιότητα
- Αξιοπιστία
- ευθύτητα
- ειλικρίνεια
- αφέλεια
- ακρίβεια
- αυθεντικότητα
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- αξιοπιστία
- καλή πίστη
- τιμιότητα
- αδιαφθορά
- αντικειμενικότητα
- ανοιχτότητα
- ειλικρίνεια
- απλότητα
- Ακεραιότητα
- ευθύτητα
- αξιοπιστία
- δικαιοσύνη
- ευσυνειδησία
- σχολαστικότητα
- αξιοπιστία
- αλήθεια
- ευθύτητα
- αλήθεια
- αλήθεια
- ειλικρίνεια
- ορθότητα
- αξιοπιστία
- γνησιότητα
- τιμή
- Αξιοπιστία
- ακύρωση κράτησης
- ειλικρίνεια
- Ευθυκρισία
- αξιοπιστία
- απερισκεψία
- ειλικρίνεια
- τέχνασμα
- καμπυλότητα
- πονηρός
- εξαπάτηση
- προσποιούμενος
- εξαπάτηση
- Διπλωματία
- Διπλότητα
- πλαστό
- ψευτιά
- αναλήθεια
- δόλος
- Ανανδρεία
- απάτη
- πονηριά
- λειότητα
- δόλος
- πειρασμός
- απάτη
- πονηριά
- απάτη
- ατιμία
- απάτη
- Διασάφηση
- υπερβολή
- Κρυψίνους
- ανακρίβεια
- έμμεσότητα
- δολοπλοκία
- ψέμα
- λιπαρότητα
- προφάσεις
- ολισθηρότητα
- ολισθηρότητα
- Αδίστακτος
- πανουργία
- Δολοπλοκία
- απάτη
- προδοσία
- δολιότητα
- Δολιότητα
- δολιότητα
- ψέμα
- Ψευτιά
- ανακρίβεια
Nearest Words of sincerities
- sine qua nons => Sine qua non
- sine quibus non => απαραίτητη προϋπόθεση
- sinew(s) => τένοντας
- sinfonietta => συμφωνιέτα
- sinfully => αμαρτωλά
- sing (out) => τραγουδάω (δυνατά)
- single (out) => (επιλέγω) μοναδικό
- single taxes => ενιαίοι φόροι
- singled (out) => μονήρη (επιλεγμένος)
- singles (out) => ξεχωρίζει (έξω)
Definitions and Meaning of sincerities in English
sincerities
the quality or state of being sincere
FAQs About the word sincerities
ειλικρίνεια
the quality or state of being sincere
αφέλεια,Ειλικρίνεια,ειλικρίνεια ,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,Ευχέρεια,ακεραιότητα,Αξιοπιστία,ευθύτητα
τέχνασμα,καμπυλότητα,πονηρός,εξαπάτηση,προσποιούμενος,εξαπάτηση,Διπλωματία,Διπλότητα,πλαστό,ψευτιά
sin taxes => φόροι αμαρτίας, sin tax => φόρος αμαρτίας, simulations => Προσομοιώσεις, simps => simps, simplifications => απλοποιήσεις,