Greek Meaning of objectivity
αντικειμενικότητα
Other Greek words related to αντικειμενικότητα
Nearest Words of objectivity
- objectiveness => Αντικειμενικότητα
- objectively => αντικειμενικά
- objective lens => Αντικειμενικός φακός
- objective case => αιτιατική
- objective => Στόχος
- objectivation => αντικειμενοποίηση
- objectivate => αντικειμενοποίηση
- objectist => αντικειμενιστής
- objectionably => απαράδεκτα
- objectionableness => προσβλητικότητα
- objectless => αντικειμενικός
- objector => αντικειμενικός
- object-oriented database => Αντικειμενοστρεφής βάση δεδομένων
- object-oriented database management system => Σύστημα διαχείρισης αντικειμενοστρεφούς βάσης δεδομένων
- object-oriented programing => Αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός
- object-oriented programing language => Αντικειμενοστρεφής γλώσσα προγραμματισμού
- object-oriented programming => Αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός
- object-oriented programming language => Αντικειμενοστρεφής γλώσσα προγραμματισμού
- objet d'art => Αντικείμενο τέχνης
- objibways => Οτζίμπγουεϊ
Definitions and Meaning of objectivity in English
objectivity (n)
judgment based on observable phenomena and uninfluenced by emotions or personal prejudices
objectivity (n.)
The state, quality, or relation of being objective; character of the object or of the objective.
FAQs About the word objectivity
αντικειμενικότητα
judgment based on observable phenomena and uninfluenced by emotions or personal prejudicesThe state, quality, or relation of being objective; character of the o
Αμεροληψία,ουδετερότητα,Ο ουδετερότητα,Αντικειμενικότητα,Απόσπαση,Αδιαφορία,αδιαφορία,ιδιότητα του μετόχου,Αμεροληψία,αμεροληψία
Προκατάληψη,χάρη,μεροληψία,μεροληψία,κομματισμός,προκατάληψη,υποκειμενικότητα,σοβινισμός,κλίση,νεποτισμός
objectiveness => Αντικειμενικότητα, objectively => αντικειμενικά, objective lens => Αντικειμενικός φακός, objective case => αιτιατική, objective => Στόχος,