Greek Meaning of objectively

αντικειμενικά

Other Greek words related to αντικειμενικά

Definitions and Meaning of objectively in English

Wordnet

objectively (r)

with objectivity

Webster

objectively (adv.)

In the manner or state of an object; as, a determinate idea objectively in the mind.

FAQs About the word objectively

αντικειμενικά

with objectivityIn the manner or state of an object; as, a determinate idea objectively in the mind.

στόχος,στόχος,ιδέα,πρόθεση,πρόθεση,αντικείμενο,σχέδιο,σκοπός,πράγμα,φιλοδοξία

σημαίνει,μέθοδος,τρόπος

objective lens => Αντικειμενικός φακός, objective case => αιτιατική, objective => Στόχος, objectivation => αντικειμενοποίηση, objectivate => αντικειμενοποίηση,