Greek Meaning of beguilement
πειρασμός
Other Greek words related to πειρασμός
- κολακεία
- ελκυστικότητα
- Κολακεία
- blarney
- Βούτυρο
- Κολακεία
- τρυφερότητα
- δελεασμός
- παράκληση
- προτροπή
- κολακεία
- κολακεία
- Κολακία
- Μαλακό σαπούνι
- Γλυκά λόγια
- Κολακεία
- εκδήλωση θαυμασμού
- χειροκροτήματα
- Κολακεία
- γοητεία
- γοητευτικός
- πειθώ
- φλερτ
- φανέλα
- Λιβάνι
- υπερβολικός έπαινος
- Έπαινος
- χαριτωμένος
- Καραμέλα
- δελεαστικός
- κολακεύω
- κολακευτικός
- ερωτοτροπία
- Ξέπλυμα εγκεφάλου
- επαίνους
- επιδραστικός
- Λομπισμός
- Υποδεικνύωντας
- ρομαντισμός
- επείγον
- Κολακεία
- Μασάζ
- υπερπείθω
- πιεστικός
- ταλαντεύομαι
Nearest Words of beguilement
Definitions and Meaning of beguilement in English
beguilement (n)
magnetic personal charm
an entertainment that provokes pleased interest and distracts you from worries and vexations
beguilement (n.)
The act of beguiling, or the state of being beguiled.
FAQs About the word beguilement
πειρασμός
magnetic personal charm, an entertainment that provokes pleased interest and distracts you from worries and vexationsThe act of beguiling, or the state of being
κολακεία,ελκυστικότητα,Κολακεία,blarney,Βούτυρο,Κολακεία,τρυφερότητα,δελεασμός,παράκληση,προτροπή
αποσβέσεις,συκοφαντία,απαξίωση,υποτίμηση,βάλω κάτω,συκοφαντίες
beguiled => Γοητευμένος, beguile => ξεγελώ, beguard => μπεγίνος, begrudging => απρόθυμα, begrudged => φθονώ,