Greek Meaning of prompting

Υποδεικνύωντας

Other Greek words related to Υποδεικνύωντας

Definitions and Meaning of prompting in English

Wordnet

prompting (n)

persuasion formulated as a suggestion

a cue given to a performer (usually the beginning of the next line to be spoken)

FAQs About the word prompting

Υποδεικνύωντας

persuasion formulated as a suggestion, a cue given to a performer (usually the beginning of the next line to be spoken)

πειθώ,επιδραστικός,Λομπισμός,δελεαστικός,ταλαντεύομαι,Κολακεία,Κολακεία,πειστικός,παράκληση,προτροπή

Ελεγχόμενος,συντριπτικός,εμποδίζοντας,περιοριστικός,περιοριστικός,αποπνικτικός,κατασταλτικός,συναρπαστικός,έλεγχος,κράσπεδο

prompter's box => Θάλαμος του σουφλέρ, prompter => απρόμπτερ, promptbook => σκριπτ, prompt copy => Ταχεία αντιγραφή, prompt box => Πλαίσιο εντολής,