Greek Meaning of endearment
τρυφερότητα
Other Greek words related to τρυφερότητα
- κολακεία
- πειρασμός
- Κολακεία
- Βούτυρο
- Κολακεία
- δελεασμός
- παράκληση
- προτροπή
- κολακεία
- κολακεία
- Λιβάνι
- Έπαινος
- Μαλακό σαπούνι
- Γλυκά λόγια
- Κολακεία
- εκδήλωση θαυμασμού
- ελκυστικότητα
- χειροκροτήματα
- blarney
- Κολακεία
- γοητεία
- γοητευτικός
- πειθώ
- επαίνους
- φλερτ
- φανέλα
- Κολακία
- υπερβολικός έπαινος
- χαριτωμένος
- Καραμέλα
- κολακεύω
- κολακευτικός
- ερωτοτροπία
- Ξέπλυμα εγκεφάλου
- επιδραστικός
- Λομπισμός
- Υποδεικνύωντας
- ρομαντισμός
- δελεαστικός
- επείγον
- Κολακεία
- Μασάζ
- πιεστικός
- ταλαντεύομαι
Nearest Words of endearment
Definitions and Meaning of endearment in English
endearment (n)
the act of showing affection
endearment (n.)
The act of endearing or the state of being endeared; also, that which manifests, excites, or increases, affection.
FAQs About the word endearment
τρυφερότητα
the act of showing affectionThe act of endearing or the state of being endeared; also, that which manifests, excites, or increases, affection.
κολακεία,πειρασμός,Κολακεία,Βούτυρο,Κολακεία,δελεασμός,παράκληση,προτροπή,κολακεία,κολακεία
αποσβέσεις,συκοφαντία,απαξίωση,υποτίμηση,βάλω κάτω,συκοφαντίες
endearingly => τρυφερά, endearing => αγαπημένος, endearedness => Η γλυκύτητα, endearedly => αγαπημένες, endeared => αγαπημένος,