Greek Meaning of romancing

ρομαντισμός

Other Greek words related to ρομαντισμός

Definitions and Meaning of romancing in English

Webster

romancing (p. pr. & vb. n.)

of Romance

FAQs About the word romancing

ρομαντισμός

of Romance

γοητευτικός,φλερτ,Μασάζ,δελεαστικός,ερωτοτροπία,εκδήλωση θαυμασμού,χειροκροτήματα,κολακεία,επιδραστικός,Κολακία

συκοφαντίες,υποτίμηση,αποσβέσεις,συκοφαντία,απαξίωση,βάλω κάτω

romancer => ρομαντικός, romanced => ρομαντικός, romance language => Ρομανική γλώσσα, romance => Ρομαντισμός, romanal => Ρωμαϊκός αριθμός,