Greek Meaning of simplemindedness

απλοϊκότητα

Other Greek words related to απλοϊκότητα

Definitions and Meaning of simplemindedness in English

simplemindedness

devoid of subtlety, foolish, unsophisticated sense 1

FAQs About the word simplemindedness

απλοϊκότητα

devoid of subtlety, foolish, unsophisticated sense 1

Άγνοια,Ευχέρεια,αθωότητα,αφέλεια,Φυσικότητα,Απλότητα,ειλικρίνεια,αφέλεια,αφέλεια,ειλικρίνεια

τέχνη,τεχνητότητα,Κυνισμός,ατιμία,εκλέπτυνση,εγκοσμιότητα,επιτήδευση,προσοχή,προσοχή,δολιότητα

simpleminded => απλοϊκός, simp => Σίμπος, simoleon => Σιμολεό, simmering down => ηρεμώντας, simmered down => σιγοψημένο,