Greek Meaning of idealism
ιδεαλισμός
Other Greek words related to ιδεαλισμός
- αφέλεια
- απροσεξία
- παιδικότητα
- ειλικρίνεια
- πρασινάδα
- μη πρακτικότητα
- Ευχέρεια
- αφέλεια
- αφ ingenuousness
- Απλότητα
- ειλικρίνεια
- αφέλεια
- αφέλεια
- αφέλεια
- αφύσικος
- αφέλεια
- Ειλικρίνεια
- γνησιότητα
- ειλικρίνεια
- απειρία
- αθωότητα
- νησιωτικότητα
- αφέλεια
- Φυσικότητα
- ανοιχτότητα
- Τοπικισμός
- ωμότητα
- Απλότητα
- ευθύτητα
- μετριοφροσύνη
- βλαστοσύνη
- απλοϊκότητα
- απλοϊκότητα
- Αφελής
- ευπιστία
- Ευπιστία
- απροσεξία
- Άγνοια
- Επηρεαστικότητα
- λήθη
- επαρχιωτισμός
- απερισκεψία
- Αναλλοίωτος
- Άγνοια
- αλογιά
Nearest Words of idealism
Definitions and Meaning of idealism in English
idealism (n)
(philosophy) the philosophical theory that ideas are the only reality
impracticality by virtue of thinking of things in their ideal form rather than as they really are
elevated ideals or conduct; the quality of believing that ideals should be pursued
idealism (n.)
The quality or state of being ideal.
Conception of the ideal; imagery.
The system or theory that denies the existence of material bodies, and teaches that we have no rational grounds to believe in the reality of anything but ideas and their relations.
The practice or habit of giving or attributing ideal form or character to things; treatment of things in art or literature according to ideal standards or patterns; -- opposed to realism.
FAQs About the word idealism
ιδεαλισμός
(philosophy) the philosophical theory that ideas are the only reality, impracticality by virtue of thinking of things in their ideal form rather than as they re
αφέλεια,απροσεξία,παιδικότητα,ειλικρίνεια,πρασινάδα,μη πρακτικότητα,Ευχέρεια,αφέλεια,αφ ingenuousness,Απλότητα
τεχνητότητα,δολιότητα,απιστία,ατιμία,απιστία,Ανανδρεία,απαισιοδοξία,προσποίηση,Σκεπτικισμός,καχυποψία
idealised => ιδεαλιστικός, idealise => ιδεατοποιώ, idealisation => ιδεαλισμός, idealess => χωρίς ιδέες, ideal solid => Ιδανικό στερεό,