Greek Meaning of guile
δόλος
Other Greek words related to δόλος
- πονηρός
- τέχνη
- τέχνασμα
- Υπολογισμός
- διορατικότητα
- Εξυπνάδα
- χειροτεχνία
- πονηριά
- δολιότητα
- ευκολία
- πανουργία
- ολισθηρότητα
- πονηριά
- ύπουλος
- Λεπτότητα
- πανουργία
- κλουβί
- Δολοπλοκία
- λεπτότητα
- φροντίδα
- δολιότητα
- σχεδιασμός
- Διπλότητα
- εγκατάσταση
- λεπτότητα
- πανουργία
- ευφυία
- ευφυΐα
- δημιουργικότητα
- έμπειρος
- Ευκρίνεια
- πονηριά
- προφύλαξη
- Δολιότητα
- Δολιότητα
- αφέλεια
- Ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- καλή πίστη
- Ευχέρεια
- ανοιχτότητα
- ειλικρίνεια
- αφέλεια
- ειλικρίνεια
- αξιοπιστία
- καλοσύνη
- ειλικρίνεια
- ακεραιότητα
- απλότητα
- Ακεραιότητα
- Αξιοπιστία
- στερεότητα
- αξιοπιστία
- ευπρέπεια
- αδιαφθορά
- αξιοπιστία
- δικαιοσύνη
- Αξιοπιστία
- ειλικρίνεια
- ευθύτητα
- Αρετή
- ειλικρίνεια
Nearest Words of guile
- guileful => Δολερός
- guileless => αθώος, ανυποψίαστος, ανυποψίαστος
- guillain-barre syndrome => Σύνδρομο Guillain-Barré
- guillaume apollinaire => Γκιγιώμ Απολλιναίρ
- guillaume de grimoard => Γκιγιόμ ντε Γκριμόαρντ
- guillemet => εισαγωγικά
- guillemot => οστριαιγόπτερο
- guillevat => Γκιγιέβας
- guilloche => γκιλοσέ
- guilloched => γκιλοσέ
Definitions and Meaning of guile in English
guile (n)
shrewdness as demonstrated by being skilled in deception
the quality of being crafty
the use of tricks to deceive someone (usually to extract money from them)
guile (n.)
Craft; deceitful cunning; artifice; duplicity; wile; deceit; treachery.
To disguise or conceal; to deceive or delude.
FAQs About the word guile
δόλος
shrewdness as demonstrated by being skilled in deception, the quality of being crafty, the use of tricks to deceive someone (usually to extract money from them)
πονηρός,τέχνη,τέχνασμα,Υπολογισμός,διορατικότητα,Εξυπνάδα,χειροτεχνία,πονηριά,δολιότητα,ευκολία
αφέλεια,Ειλικρίνεια,ειλικρίνεια ,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,καλή πίστη,Ευχέρεια,ανοιχτότητα,ειλικρίνεια,αφέλεια
guilding => επίχρυσος, guildhall => Δημαρχείο, guilder => φιορίνι, guildable => Συντεχνιακός, guild socialism => συντεχνιακός σοσιαλισμός,