Greek Meaning of goodness
καλοσύνη
Other Greek words related to καλοσύνη
- ειλικρίνεια
- ακεραιότητα
- ηθική
- αρετή
- Χαρακτήρας
- ευπρέπεια
- ηθική
- τιμή
- Ηθική
- Ακεραιότητα
- ευθύτητα
- δικαιοσύνη
- ορθότητα
- ευθύτητα
- Αρετή
- Καταλληλότητα
- ορθότητα
- δεοντολογία
- decorum
- Εθιμοτυπία
- Φυσική κατάσταση
- Μεγαλοψυχία
- αδιαφθορά
- αναμαρτησία
- περιουσία
- ευσυνειδησία
- σχολαστικότητα
- αξιοπρέπεια
- αμεμψία
- Ευθυκρισία
Nearest Words of goodness
Definitions and Meaning of goodness in English
goodness (n)
that which is pleasing or valuable or useful
moral excellence or admirableness
goodness (n.)
The quality of being good in any of its various senses; excellence; virtue; kindness; benevolence; as, the goodness of timber, of a soil, of food; goodness of character, of disposition, of conduct, etc.
FAQs About the word goodness
καλοσύνη
that which is pleasing or valuable or useful, moral excellence or admirablenessThe quality of being good in any of its various senses; excellence; virtue; kindn
ειλικρίνεια,ακεραιότητα,ηθική,αρετή,Χαρακτήρας,ευπρέπεια,ηθική,τιμή,Ηθική,Ακεραιότητα
Κακία,κακός,Ανηθικότητα,αδικία,Αμαρτία,Κακία,κακία,καμπυλότητα,εκφυλισμός,αποικοδόμηση
good-neighbourliness => Καλή γειτνίαση, good-neighborliness => καλή γειτονία, good-naturedness => Καλοσύνη, good-naturedly => καλοπροαίρετα, good-natured => καλόκαρδος,