Greek Meaning of vileness
Τρομερότητα
Other Greek words related to Τρομερότητα
Nearest Words of vileness
Definitions and Meaning of vileness in English
vileness (n)
the quality of being wicked
the quality of being disgusting to the senses or emotions
FAQs About the word vileness
Τρομερότητα
the quality of being wicked, the quality of being disgusting to the senses or emotions
Ακρότητα,Κακία,κακία,αμαρτωλότητα,αγριότητα,Ευτέλεια,διαφθορά,Διαφθορά,φρικαλεότητα,Φρικαλεότητα
καλοσύνη,ηθική,δικαιοσύνη,αθωότητα,αγνότητα,Αρετή,αγνότητα
vilely => αισχρά, viled => χυδαίος, vile => φαύλος, vild => άγριος, vilayet => βιλαέτι,