Greek Meaning of propriety
περιουσία
Other Greek words related to περιουσία
- ευπρέπεια
- decorum
- Εθιμοτυπία
- φόρμα
- ηθική
- φρόνηση
- Καταλληλότητα
- Ευγένεια
- ορθότητα
- ευγένεια
- αξιοπρέπεια
- Φυσική κατάσταση
- ευγένεια
- χάρις
- ειλικρίνεια
- ακεραιότητα
- ευγένεια
- εκλέπτυνση
- αρετή
- προσοχή
- προσοχή
- φροντίδα
- προσοχή
- Χαρακτήρας
- ορθότητα
- δεοντολογία
- Διακριτικότητα
- καλοσύνη
- καλοσύνη
- χάρη
- τιμή
- ευγένεια
- ευγένεια
- Ακεραιότητα
- ευθύτητα
- δικαιοσύνη
- ορθότητα
- αξιοπρέπεια
- ευθύτητα
- ευθύτητα
- Αρετή
- ευγένεια
Nearest Words of propriety
- proprietress => ιδιοκτήτρια
- proprietorship certificate => πιστοποιητικό ιδιοκτησίας
- proprietorship => ιδιοκτησία
- proprietary drug => Ιδιοκτησιακό φάρμακο
- proprietary colony => Aποικία ιδιοκτησίας
- proprietary => αποκλειστική ιδιοκτησία
- propping up => στηρίζει
- propoxyphene => προποξυφαίνη
- propound => προτείνω
- propositus => πρόταση
Definitions and Meaning of propriety in English
propriety (n)
correct or appropriate behavior
FAQs About the word propriety
περιουσία
correct or appropriate behavior
ευπρέπεια,decorum,Εθιμοτυπία,φόρμα,ηθική,φρόνηση,Καταλληλότητα,Ευγένεια,ορθότητα,ευγένεια
Αδρότητα,Ακαμψία,ακαταλληλότητα,ασέλγεια,χυδαιότητα,Κακία,αποικοδόμηση,Αγενεια,κακός,Αδεξιότητα
proprietress => ιδιοκτήτρια, proprietorship certificate => πιστοποιητικό ιδιοκτησίας, proprietorship => ιδιοκτησία, proprietary drug => Ιδιοκτησιακό φάρμακο, proprietary colony => Aποικία ιδιοκτησίας,