Greek Meaning of jerry-building

Κακοτεχνία

Other Greek words related to Κακοτεχνία

Definitions and Meaning of jerry-building in English

Wordnet

jerry-building (n)

construction of inferior buildings for a quick profit

FAQs About the word jerry-building

Κακοτεχνία

construction of inferior buildings for a quick profit

συνδυάζοντας,σχεδιάζοντας,σχεδίαση,ανοικοδόμηση,μαγείρεμα,επανασυναρμολόγηση,ανακατασκευή,Αναδόμηση,ανακατασκευάζοντας,Ανακαίνιση

Καταστροφικός,καταστροφικός,αποσυναρμολόγηση,καταστροφική,εντυπωσιακός,κατεδάφιση,καταστρεπτικός,αποσυναρμολόγηση,χτυπάω κάτω,κατεδάφιση

jerry-builder => jerry-builder, jerry lee lewis => Τζέρι Λι Λιούις, jerry => Τζέρι, jerquing => σπασμός, jerquer => τίναγμα,