Greek Meaning of reedifying
ανακατασκευάζοντας
Other Greek words related to ανακατασκευάζοντας
Nearest Words of reedifying
Definitions and Meaning of reedifying in English
reedifying
rebuild
FAQs About the word reedifying
ανακατασκευάζοντας
rebuild
κτίριο,Μακιγιάζ,επανασυναρμολόγηση,ανοικοδόμηση,ανακατασκευή,Αναδόμηση,Ανακαίνιση,συναρμολόγηση,προετοιμασία ζαχαρωτών,κατασκευή
αποσυναρμολόγηση,αποσυναρμολόγηση,αποσυναρμολόγηση,χτυπάω κάτω,εντυπωσιακός,Κατεβάζω,κατεδάφιση,αποσυναρμολόγηση
reedified => ανακαινισμένο, reechos => reechos, reechoed => ηχούσε, redware => Κεραμικά κόκκινου χρώματος, reduplicating => αντιγράφοντας,