Greek Meaning of fabricating
κατασκευή
Other Greek words related to κατασκευή
- κατασκευή
- κατασκευή
- Δημιουργώντας
- παραγωγική
- συναρμολόγηση
- κτίριο
- ανεγείροντας
- μόρφωση
- σχηματίζοντας
- Καδράρισμα
- οργάνωση
- κατασκευή
- Κατασκευή
- σχεδιάζοντας
- σχεδίαση
- ίδρυση
- Σφυρηλάτηση
- υλοτομία
- φανταζόμενος
- Εγκαθιδρύοντας
- εφεύρεση
- Μακιγιάζ
- μούχλα
- προερχόμενος
- απεικόνιση
- ανατροφή
- ανατροφή
- επαναδημιουργία
- διαμόρφωση
- συλλαμβάνω
- παρασκευάζω
- επινοώντας
- μαγείρεμα
- χειροτεχνία
- χτυπώντας έξω
- Επιτοποθέτηση μπαλώματος (μαζί)
- Προκατασκευασμένος
- Συναρμολόγηση
- Βάζοντας
- ρύθμιση
- διάρθρωση
- σκέψη (πάνω)
- Εμετός
- οπτικοποιώντας
Nearest Words of fabricating
Definitions and Meaning of fabricating in English
fabricating (p. pr. & vb. n.)
of Fabricate
FAQs About the word fabricating
κατασκευή
of Fabricate
κατασκευή,κατασκευή,Δημιουργώντας,παραγωγική,συναρμολόγηση,κτίριο,ανεγείροντας,μόρφωση,σχηματίζοντας,Καδράρισμα
Καταστροφικός,αποσυναρμολόγηση,αποσυναρμολόγηση,κατάργηση,εξολοθρευτικός,κατεδάφιση,καταστροφικός,αποσυναρμολόγηση,εξάλειψη,κατάσβεση
fabricated => επινοημένος, fabricate => φτιάχνω, fabricant => κατασκευαστής, fabric => ύφασμα, fabling => μύθος,