Greek Meaning of getting down (to)

ξεκινώντας

Other Greek words related to ξεκινώντας

Definitions and Meaning of getting down (to) in English

getting down (to)

No definition found for this word.

FAQs About the word getting down (to)

ξεκινώντας

τριγυρίζοντας,ικανός *(να),ρύθμιση,υιοθεσία,ίδρυση,ιδρυτικός,δημιουργώντας,Εγκαθιδρύοντας,οργάνωση,Πρωτοποριακός

τελικός,τέλος,φινίρισμα,στάση,καταληκτικός,απόλυση,Εγκατάλειψη,παύοντας,κλείσιμο,ολοκλήρωση

getting down => κατέβασμα, getting by => βγάζω τα πέρα μου, getting back (at) => παίρνω πίσω (από), getting back => Επιστροφή, getting at => φτάνοντας,