Greek Meaning of striking (into)
απεργών (σε)
Other Greek words related to απεργών (σε)
- αρχή
- άνοιγμα
- αρχή
- ξεκινώντας
- επιβίβαση (σε ή επί)
- είσοδος (σε ή επί)
- πέφτοντας (προς)
- κατεβαίνω
- πηγαίνοντας στο
- εκκίνηση
- κορυφαίος
- Δημιουργώντας
- είναι έτοιμος να ξεκινήσει
- αρχίζοντας
- ξεκινάω
- υιοθεσία
- ίδρυση
- ιδρυτικός
- δημιουργώντας
- εγκαινιάζοντας
- έναρξη
- καινοτόμος
- Εγκαθιδρύοντας
- εφεύρεση
- οργάνωση
- προερχόμενος
- Πρωτοποριακός
- τριγυρίζοντας
- ξεκινώντας
- ικανός *(να)
- ρύθμιση
- γέννα
- αναλαμβάνοντας
- πτυχίο
Nearest Words of striking (into)
Definitions and Meaning of striking (into) in English
striking (into)
No definition found for this word.
FAQs About the word striking (into)
απεργών (σε)
αρχή,άνοιγμα,αρχή,ξεκινώντας,επιβίβαση (σε ή επί),είσοδος (σε ή επί),πέφτοντας (προς),κατεβαίνω,πηγαίνοντας στο,εκκίνηση
τελικός,τέλος,φινίρισμα,στάση,καταληκτικός,απόλυση,Εγκατάλειψη,παύοντας,κλείσιμο,ολοκλήρωση
strikes => απεργίες, strike (out) => strike (out), strike (into) => χτύπημα (μέσα), strifes => διαμάχες, striding => διασκελίζω,