Greek Meaning of difficult
δύσκολο
Other Greek words related to δύσκολο
- απαιτητικός
- περίπλοκος
- απαιτητικός
- φοβερός
- σκληρός
- αυστηρός
- σκληρός
- επίπονος
- επιβλαβής
- σύνθετος
- Επίπονος
- απαιτητικός
- εξαντλητικός
- εξαντλητικός
- εξαντλητικός
- βαρύς
- ηρακλειώδης
- σύνθετο
- επίπονος
- φονικός
- οδυνηρός
- προβληματικός
- προβληματικός
- τραχύς
- ανώμαλος
- σοβαρός
- σοβαρός
- άκαμπτος
- ανταγωνιστικό
- ψηλός
- δοκιμές
- επίπονος
- δύσκολος
- ανηφορικά
- ιδρωμένος
- αφηρημένος
- Ασαφής
- ενοχλητικό
- Αυγείου
- ενοχλητικός
- μώλωπες
- βίαιος
- βαρύς
- σκληρός
- οδυνηρός
- Δυσδιάκριτος
- βαρύς
- ζοφερός
- τριχωτός
- απάνθρωπος
- αδιάλυτος
- εμπλεκόμενος
- ενοχλητικός
- κουτουρού
- κοπιαστικός
- κουραστικός
- Βαρύ
- αδιαφανής
- καταπιεστικός
- απόκρυφος
- ακανθώδης
- αγχωτικό
- αυστηρός
- αυστηρός
- πεισματάρης
- φορολόγηση
- ακανθώδης
- γαργαλιστικός
- σφιχτός
- ενοχλητικός
- Προσπαθώντας
- ενοχλητικός
- επονείδιστος
- εργαζόμενος με αξίνα και φτυάρι
Nearest Words of difficult
Definitions and Meaning of difficult in English
difficult (a)
not easy; requiring great physical or mental effort to accomplish or comprehend or endure
hard to control
difficult (a.)
Hard to do or to make; beset with difficulty; attended with labor, trouble, or pains; not easy; arduous.
Hard to manage or to please; not easily wrought upon; austere; stubborn; as, a difficult person.
difficult (v. t.)
To render difficult; to impede; to perplex.
FAQs About the word difficult
δύσκολο
not easy; requiring great physical or mental effort to accomplish or comprehend or endure, hard to controlHard to do or to make; beset with difficulty; attended
απαιτητικός,περίπλοκος,απαιτητικός,φοβερός,σκληρός,αυστηρός,σκληρός,επίπονος,επιβλαβής,σύνθετος
φτηνός,σαφής,εύκολος,ανεπιτήδευτος,φως,απλός,μαλακός,Εφικτό,ελπιδοφόρος,εφικτό
difficilitate => δυσχεραίνω, difficile => δύσκολος, differingly => διαφορετικά, differing => διαφορετικό, differently => διαφορετικά,