Greek Meaning of testing
δοκιμές
Other Greek words related to δοκιμές
- απαιτητικός
- περίπλοκος
- απαιτητικός
- δύσκολο
- σκληρός
- αυστηρός
- σκληρός
- επίπονος
- επιβλαβής
- σύνθετος
- Επίπονος
- απαιτητικός
- εξαντλητικός
- φοβερός
- εξαντλητικός
- εξαντλητικός
- βαρύς
- ηρακλειώδης
- σύνθετο
- εμπλεκόμενος
- επίπονος
- φονικός
- οδυνηρός
- προβληματικός
- προβληματικός
- τραχύς
- ανώμαλος
- σοβαρός
- σοβαρός
- άκαμπτος
- ανταγωνιστικό
- ψηλός
- επίπονος
- ανηφορικά
- εργαζόμενος με αξίνα και φτυάρι
- ιδρωμένος
- αφηρημένος
- Ασαφής
- ενοχλητικό
- Αυγείου
- ενοχλητικός
- μώλωπες
- βίαιος
- βαρύς
- σκληρός
- οδυνηρός
- Δυσδιάκριτος
- βαρύς
- ζοφερός
- τριχωτός
- απάνθρωπος
- αδιάλυτος
- ενοχλητικός
- κουτουρού
- κοπιαστικός
- κουραστικός
- Βαρύ
- αδιαφανής
- καταπιεστικός
- απόκρυφος
- ακανθώδης
- αγχωτικό
- αυστηρός
- αυστηρός
- πεισματάρης
- φορολόγηση
- ακανθώδης
- γαργαλιστικός
- σφιχτός
- δύσκολος
- ενοχλητικός
- Προσπαθώντας
- ενοχλητικός
- επονείδιστος
Nearest Words of testing
Definitions and Meaning of testing in English
testing (n)
the act of subjecting to experimental test in order to determine how well something works
an examination of the characteristics of something
the act of giving students or candidates a test (as by questions) to determine what they know or have learned
testing (p. pr. & vb. n.)
of Test
testing (n.)
The act of testing or proving; trial; proof.
The operation of refining gold or silver in a test, or cupel; cupellation.
FAQs About the word testing
δοκιμές
the act of subjecting to experimental test in order to determine how well something works, an examination of the characteristics of something, the act of giving
απαιτητικός,περίπλοκος,απαιτητικός,δύσκολο,σκληρός,αυστηρός,σκληρός,επίπονος,επιβλαβής,σύνθετος
Εφικτό,φτηνός,σαφής,εύκολος,ανεπιτήδευτος,στοιχειώδης,εύκολος,φως,ανόητος,απλός
testiness => ευερεθιστότητα, testimony => Μαρτυρία, testimonies => μαρτυρίες, testimonial immunity => Μαρτυρική ασυλία, testimonial => Μαρτυρία,