FAQs About the word testified

κατέθεσε

of Testify

βεβαιωμένος,ορκίστηκε,επαληθευμένο,μαρτύρησε,καθαιρεθέν,μαρτυρώ,υποσχεμένος,εγγυημένη,ορκίστηκε

No antonyms found.

testificator => Μάρτυρας, testification => μαρτυρία, testif => Καταθέτω, testiere => Κεφαλάρι κρεβατιού, testicular cancer => Καρκίνος του όρχεως,