Greek Meaning of demonstrator
διαδηλωτής
Other Greek words related to διαδηλωτής
- διαδηλωτής
- διαδηλωτής
- συνήγορος
- ταραχοποιός
- απόστολος
- ενισχυτής
- πρωταθλητής
- Δημαγωγός
- Δημαγωγός
- διεγέρτης
- εμπρηστής
- υπαίτιος
- παρελαύνω
- αντικειμενικός
- απεργός
- προωθητής
- Υποστηρικτής
- προβοκάτορας
- επαναστάτης
- μεταρρυθμιστής
- οπαδός
- Πράκτορας προβοκάτορας
- συναιγερμικός
- υποστηρικτής
- εκθέτης
- εξτρεμιστής
- υποκινητής
- υποκινητής
- αντάρτης
- εξεγερμένος
- αναπτήρας
- πειστικός
- υποκινητής
- απρόμπτερ
- προβοκάτορας
- δημαγωγός
- ριζοσπαστικός
- μεταρρυθμιστής
- αντάρτης
- επαναστατικός
- επαναστάτης
- ανατρεπτικός
- Άτακτο
Nearest Words of demonstrator
- demonstrativeness => εκφραστικότητα
- demonstratively => επιδεικτικά
- demonstrative pronoun => δεικτική αντωνυμία
- demonstrative of => καταδεικνύει
- demonstrative => επιδεικτικός
- demonstration => διαδήλωση
- demonstrater => επιδεικτής
- demonstrated => επιδεικνυόμενος
- demonstrate => αποδεικνύω
- demonstrance => διαδήλωση
Definitions and Meaning of demonstrator in English
demonstrator (n)
a teacher or teacher's assistant who demonstrates the principles that are being taught
someone who demonstrates an article to a prospective buyer
someone who participates in a public display of group feeling
demonstrator (n.)
One who demonstrates; one who proves anything with certainty, or establishes it by indubitable evidence.
A teacher of practical anatomy.
FAQs About the word demonstrator
διαδηλωτής
a teacher or teacher's assistant who demonstrates the principles that are being taught, someone who demonstrates an article to a prospective buyer, someone who
διαδηλωτής,διαδηλωτής,συνήγορος,ταραχοποιός,απόστολος,ενισχυτής,πρωταθλητής,Δημαγωγός,Δημαγωγός,διεγέρτης
ειρηνοποιός,διαλλακτής,ενωτής
demonstrativeness => εκφραστικότητα, demonstratively => επιδεικτικά, demonstrative pronoun => δεικτική αντωνυμία, demonstrative of => καταδεικνύει, demonstrative => επιδεικτικός,