Greek Meaning of adamance
αδιαλλαξία
Other Greek words related to αδιαλλαξία
- Αποφασιστικότητα
- αμείλικτη συμπεριφορά
- αναπόφευκτο
- Ακαμψία
- αδιαλλαξία
- κακοήθεια
- πείσμα
- Επιμονή
- επιμονή
- επιμονή
- επιμονή
- διαστροφή
- διαστροφή
- αλύπητη επιμονή
- αποφασίζω
- στενόμυαλοτητα
- σταθερότητα
- Εμμονή
- επιμονή
- επιμονή, εμμονή
- παραξενιά
- πείσμα
- πεισματικότητα
- επιμονή
- Στερεότητα
- σκληρότητα
- πεισματικότητα
- στενοκεφαλιά
- επιμονή
- Πεισματικότητα
- ακαμψία
- ακαμψία
- Αυστηρότητα
- αυστηρότητα
- Αυτοθέληση
- αυστηρότητα
- αυστηρότητα
- αυθαιρεσία
- κακομοιριά
- πείσμα
- πεισματικότητα
- επιμονή
- μπόζο
- αντίθεση
- ανυπακοή
- πεισματικότητα
- πρόκληση
- ανυπακοή
- Ακινησία
- ακινησία
- Απείθεια
- δυσκολία
- θόρυβος
- ανταρσία
- απειθαρχία
- δυσπραγία, αντίσταση
- ανθυγία
- αναρχία
- αιμοδιψία
- κακοτροπία
- Ύβρις
- γνώμη
- επιμονή
- Εγωισμός
Nearest Words of adamance
Definitions and Meaning of adamance in English
adamance (n)
resoluteness by virtue of being unyielding and inflexible
FAQs About the word adamance
αδιαλλαξία
resoluteness by virtue of being unyielding and inflexible
Αποφασιστικότητα,αμείλικτη συμπεριφορά,αναπόφευκτο,Ακαμψία,αδιαλλαξία,κακοήθεια,πείσμα,Επιμονή,επιμονή,επιμονή
αποδοχή,αποδοχή,συμμόρφωση,ευελιξία,Ευκαμψία,λογικότητα,δεκτικότητα,δεκτικότητα,λογικότητα,ανεκτικότητα
adam smith => Άνταμ Σμιθ, adam => Αδάμ, adalia bipunctata => Ιπποδάμεια διημερία, adalia => πασχαλίτσα, adagio => adagio,