Greek Meaning of firmness

Στερεότητα

Other Greek words related to Στερεότητα

Definitions and Meaning of firmness in English

Wordnet

firmness (n)

the muscle tone of healthy tissue

the trait of being resolute

the property of being unyielding to the touch

the quality of being steady or securely and immovably fixed in place

Webster

firmness (n.)

The state or quality of being firm.

FAQs About the word firmness

Στερεότητα

the muscle tone of healthy tissue, the trait of being resolute, the property of being unyielding to the touch, the quality of being steady or securely and immov

απόφαση,αποφασιστικότητα,Αποφασιστικότητα,αποφασίζω,βεβαιότητα,εμπιστοσύνη,γρανίτης,επιμονή,επιμονή,επιμονή

αμφιβολία,δισταγμός,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,αβεβαιότητα,δισταγμός,απέχθεια,αβεβαιότητα,αναποφασιστικότητα

firmly => σταθερά, firmless => όχι σταθερός, firmity => σταθερότητα, firmitude => σταθερότητα, firmiana simplex => firmiana simplex,