FAQs About the word pliantness

ελαστικότητα

the property of being pliant and flexible, adaptability of mind or character

προσαρμοστικότητα,Ευκαμψία,ευκαμψία,ελαστικότητα,Ευκαμψία,Ευλυγισία,Ελαστικότητα,κατεργαστικότητα,επεξεργασιμότητα,ευελιξία

ακαμψία,Ακαμψία,Ακαμψία

pliant => εύκαμπτος, εύπλαστος, pliancy => Ευκαμψία, pliable => εύκαμπτος, εύπλαστος, pliability => ευκαμψία, plf => plf,