Greek Meaning of willingness
Θέληση
Other Greek words related to Θέληση
- Ευκινησία
- ευκολία
- προθυμία
- ενθουσιασμός
- Ανδρεία
- καλή θέληση
- ευσυνειδησία
- ζήλος
- ταχύτητα
- Θέρμη
- ταχύτητα
- ταχύτητα
- ταχύτητα
- ταχύτητα
- ανταπόκριση
- ταχύτητα
- ταχύτητα
- ευγένεια
- Ζήλος
- απληστία
- αποστολή
- υπερβολή
- ιδιοφυΐα
- γούστο
- εγκάρδιος
- οξύνοια
- δεκτικότητα
- δεκτικότητα
- λιχουδιά
- ταχύτητα
- θερμότητα
- Ζήλος
- Ανοιχτό μυαλό
Nearest Words of willingness
Definitions and Meaning of willingness in English
willingness (n)
cheerful compliance
willingness (n.)
The quality or state of being willing; free choice or consent of the will; freedom from reluctance; readiness of the mind to do or forbear.
FAQs About the word willingness
Θέληση
cheerful complianceThe quality or state of being willing; free choice or consent of the will; freedom from reluctance; readiness of the mind to do or forbear.
Ευκινησία,ευκολία ,προθυμία,ενθουσιασμός,Ανδρεία,καλή θέληση,ευσυνειδησία,ζήλος,ταχύτητα,Θέρμη
απάθεια,καθυστέρηση,αδιαφορία,αμφιβολία,δισταγμός,δισταγμός,αδιαφορία,απροθυμία,εχεμύθεια,βραδύτητα
willingly => πρόθυμα, willing and able => πρόθυμος και άξιος, willing => πρόθυμος, willies => ζαλάδα, willier => wilier,