Greek Meaning of antipathy
Αντιπάθεια
Other Greek words related to Αντιπάθεια
Nearest Words of antipathy
- antipeptone => αντιπεπτόνη
- antiperiodic => Αντιπεριοδικό
- antiperistaltic => αντιπερισταλτικός
- antiperistasis => αντιπερίσταση
- antiperistatic => αντιπερισταλτικός
- antipernicious anemia factor => Παράγοντας κατά της κακοήθους αναιμίας
- antipersonnel => αντιανθρώπινο
- anti-personnel bomb => αντιπροσωπική βόμβα
- antiperspirant => Αντιιδρωτικό
- antipetalous => Αντιπέταλος
Definitions and Meaning of antipathy in English
antipathy (n)
a feeling of intense dislike
the object of a feeling of intense aversion; something to be avoided
antipathy (n.)
Contrariety or opposition in feeling; settled aversion or dislike; repugnance; distaste.
Natural contrariety; incompatibility; repugnancy of qualities; as, oil and water have antipathy.
FAQs About the word antipathy
Αντιπάθεια
a feeling of intense dislike, the object of a feeling of intense aversion; something to be avoidedContrariety or opposition in feeling; settled aversion or disl
πικρία,μνησικακία,Εχθρότητα,εχθρότητα,Άνιμους,ανταγωνισμός,κακό αίμα,έχθρα,Βεντέτα,Τριβή
φιλία,εγκάρδιος,φιλικότητα,φιλοξενία,συμπάθεια,φιλικότητα,Ευγένεια,ευγένεια,ενσυναίσθηση,φιλία
antipathous => αντιπαθητικός, antipathize => αντιπαθώ, antipathist => αντιπαθητικός, antipathies => αντιπάθειες, antipathic => αντιπαθητικός,