Greek Meaning of antiperspirant
Αντιιδρωτικό
Other Greek words related to Αντιιδρωτικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of antiperspirant
- anti-personnel bomb => αντιπροσωπική βόμβα
- antipersonnel => αντιανθρώπινο
- antipernicious anemia factor => Παράγοντας κατά της κακοήθους αναιμίας
- antiperistatic => αντιπερισταλτικός
- antiperistasis => αντιπερίσταση
- antiperistaltic => αντιπερισταλτικός
- antiperiodic => Αντιπεριοδικό
- antipeptone => αντιπεπτόνη
- antipathy => Αντιπάθεια
- antipathous => αντιπαθητικός
Definitions and Meaning of antiperspirant in English
antiperspirant (n)
an astringent substance applied to the skin to reduce perspiration
FAQs About the word antiperspirant
Αντιιδρωτικό
an astringent substance applied to the skin to reduce perspiration
No synonyms found.
No antonyms found.
anti-personnel bomb => αντιπροσωπική βόμβα, antipersonnel => αντιανθρώπινο, antipernicious anemia factor => Παράγοντας κατά της κακοήθους αναιμίας, antiperistatic => αντιπερισταλτικός, antiperistasis => αντιπερίσταση,