Greek Meaning of hospitality
φιλοξενία
Other Greek words related to φιλοξενία
- εγκάρδιος
- φιλικότητα
- γενναιοδωρία
- καλοσύνη
- φιλικότητα
- φιλικότητα
- φιλικότητα
- προσοχή
- Ευγένεια
- Φιλικότητα
- εξέταση
- ευγένεια
- γενναιότητα
- ιδιοφυΐα
- ευγένεια
- χάρη
- Τρόποι
- γειτονία
- ευγένεια
- κοινωνικότητα
- στοχαστικότητα
- ευγένεια
- αναπαραγωγή
- ιπποτισμóς
- ευγένεια
- decorum
- σεβασμός
- κομψότητα
- ευγένεια
- Ευγένεια
- Ιπποτισμός
- ιπποτισμός
- ευγένεια
- ευγένεια
- εκλέπτυνση
- σεβασμός
- αξιοπρέπεια
- απαλότητα
- ευγένεια
- θερμότητα
- ιπποτισμός
- τόλμη
- τόλμη
- Αγροτικότητα
- θράσος
- Αγενεια
- Ασεβεια
- θράσος
- Αγενεια
- Θράσος
- αγένεια
- Ανεπίσημοτητα
- Θράσσος
- αγένεια
- Αναίδεια
- κακοκεφιά
- Εχθρότητα
- χυδαιότητα
- αλαζονεία
- θράσος
- ανεπιτήδευτο
- Αγροτικότητα
- εγκληματικότητα
- ακαταλληλότητα
- ακαταλληλότητα
- ασέλγεια
- Αφιλοξενία
- υπόθεση
- θράσος
- αγνωμοσύνη
- αγένεια
- θράσος
- γελωτοποιία
- εγωισμός
- Απρέπεια
- απροσεξία
- απρονοησία
- ανακρίβεια
- προσποίηση
- απερισκεψία
- χυδαιότητα
Nearest Words of hospitality
- hospitalities => φιλοξενίες
- hospitalism => νοσοκομειασμός
- hospitalise => νοσηλεύω
- hospitalisation => νοσηλεία
- hospitaler => νοσοκομειακός
- hospital ward => Νοσοκομειακή πτέρυγα
- hospital train => Νοσοκομειακό τρένο
- hospital room => Νοσοκομειακό δωμάτιο
- hospital occupancy => πληρότητα νοσοκομείων
- hospital chaplain => Νοσοκομειακός ιερέας
Definitions and Meaning of hospitality in English
hospitality (n)
kindness in welcoming guests or strangers
hospitality (n.)
The act or practice of one who is hospitable; reception and entertainment of strangers or guests without reward, or with kind and generous liberality.
FAQs About the word hospitality
φιλοξενία
kindness in welcoming guests or strangersThe act or practice of one who is hospitable; reception and entertainment of strangers or guests without reward, or wit
εγκάρδιος,φιλικότητα,γενναιοδωρία,καλοσύνη,φιλικότητα,φιλικότητα,φιλικότητα,προσοχή,Ευγένεια,Φιλικότητα
τόλμη,τόλμη,Αγροτικότητα,θράσος,Αγενεια,Ασεβεια,θράσος,Αγενεια,Θράσος,αγένεια
hospitalities => φιλοξενίες, hospitalism => νοσοκομειασμός, hospitalise => νοσηλεύω, hospitalisation => νοσηλεία, hospitaler => νοσοκομειακός,