Greek Meaning of chivalrousness
ιπποτισμός
Other Greek words related to ιπποτισμός
- Τελετουργικότητα
- ιπποτισμóς
- ευγένεια
- γενναιότητα
- ευγένεια
- Ευγένεια
- Ιπποτισμός
- ιπποτισμός
- προσοχή
- αναπαραγωγή
- τελετουργικότητα
- τελετή
- εξέταση
- formalite
- ευγένεια
- Τρόποι
- στοχαστικότητα
- ευγένεια
- Ευγένεια
- ευγένεια
- δεοντολογία
- decorum
- σεβασμός
- κομψότητα
- καλοσύνη
- ευγένεια
- χάρη
- ευγένεια
- ευγένεια
- εκλέπτυνση
- σεβασμός
- αξιοπρέπεια
- αξιοπρέπεια
- απαλότητα
- λιπαρότητα
- ευγένεια
- τόλμη
- τόλμη
- Αγροτικότητα
- Αγροτικότητα
- εγκληματικότητα
- Αγενεια
- Ασεβεια
- Αγενεια
- ακαταλληλότητα
- ακαταλληλότητα
- αγένεια
- ασέλγεια
- αγένεια
- κακοκεφιά
- χυδαιότητα
- αγένεια
- αλαζονεία
- θράσος
- ανεπιτήδευτο
- γελωτοποιία
- θράσος
- Απρέπεια
- Θράσος
- ανακρίβεια
- Ανεπίσημοτητα
- Θράσσος
- υπόθεση
- θράσος
- Αναίδεια
- αγνωμοσύνη
- χυδαιότητα
- θράσος
- θράσος
- εγωισμός
- απροσεξία
- απρονοησία
- προσποίηση
- απερισκεψία
Nearest Words of chivalrousness
Definitions and Meaning of chivalrousness in English
chivalrousness
of, relating to, or characteristic of chivalry and knight-errantry, marked by gracious courtesy and high-minded consideration especially to women, showing special courtesy and regard to women, valiant, of or relating to chivalry, marked by honor, generosity, and courtesy, having or showing honor, generosity, and courtesy
FAQs About the word chivalrousness
ιπποτισμός
of, relating to, or characteristic of chivalry and knight-errantry, marked by gracious courtesy and high-minded consideration especially to women, showing speci
Τελετουργικότητα,ιπποτισμóς,ευγένεια,γενναιότητα,ευγένεια,Ευγένεια,Ιπποτισμός,ιπποτισμός,προσοχή,αναπαραγωγή
τόλμη,τόλμη,Αγροτικότητα,Αγροτικότητα,εγκληματικότητα,Αγενεια,Ασεβεια,Αγενεια,ακαταλληλότητα,ακαταλληλότητα
chittering => κελάηδισμα, chittered => κελάηδισε, chits => πιστωτικά κουπόνια, chisels => σμίλη, chiselling (in) => σκάλισμα (σε),