Greek Meaning of knightliness
ιπποτισμός
Other Greek words related to ιπποτισμός
- προσοχή
- Τελετουργικότητα
- ιπποτισμóς
- ευγένεια
- γενναιότητα
- Ευγένεια
- Ιπποτισμός
- στοχαστικότητα
- ιπποτισμός
- αναπαραγωγή
- τελετουργικότητα
- τελετή
- εξέταση
- formalite
- ευγένεια
- ευγένεια
- Τρόποι
- ευγένεια
- ευγένεια
- Ευγένεια
- ευγένεια
- δεοντολογία
- decorum
- σεβασμός
- κομψότητα
- ευγένεια
- χάρη
- ευγένεια
- εκλέπτυνση
- αξιοπρέπεια
- απαλότητα
- λιπαρότητα
- ευγένεια
- τόλμη
- τόλμη
- Αγροτικότητα
- Αγροτικότητα
- εγκληματικότητα
- Αγενεια
- Ασεβεια
- Αγενεια
- ακαταλληλότητα
- αγένεια
- αγένεια
- κακοκεφιά
- χυδαιότητα
- αγένεια
- αλαζονεία
- θράσος
- ανεπιτήδευτο
- γελωτοποιία
- θράσος
- Απρέπεια
- Θράσος
- ακαταλληλότητα
- ανακρίβεια
- ασέλγεια
- Ανεπίσημοτητα
- Θράσσος
- υπόθεση
- θράσος
- Αναίδεια
- αγνωμοσύνη
- χυδαιότητα
- θράσος
- θράσος
- εγωισμός
- απροσεξία
- προσποίηση
- απερισκεψία
Nearest Words of knightliness
- knightless => ιππότης
- knighting => ιπποτισμός
- knightia => Knightia
- knighthood => Ιπποτισμός
- knighthead => Πρόστεμα
- knight-er-ratic => ιππότης ταξιδευτής
- knight-errants => περιπλανώμενοι ιππότες
- knight-errantry => Ιπποτικός πλάνης
- knight-errantries => Ιπποτικές μυθιστορίες
- knight-errant => περιπλανώμενος ιππότης
- knightly => ιπποτικός
- knights bachelors => ιππότες εργένηδες
- knights bannerets => Σημαιοφόρος ιππότης
- knight's fee => τιμάριον ιππότου
- knight's service => Υπηρεσία ιππότη
- knights templars => Τάγμα Ιωαννιτών Ιπποτών
- knights-errant => Ιππότες περιπλανώμενοι
- kniphofia => Kniphofia
- kniphofia praecox => Kniphofia praecox
- kniphofia uvaria => Kniphofia uvaria
Definitions and Meaning of knightliness in English
knightliness (n)
the medieval principles governing knighthood and knightly conduct
knightliness (n.)
The character or bearing suitable for a knight; chivalry.
FAQs About the word knightliness
ιπποτισμός
the medieval principles governing knighthood and knightly conductThe character or bearing suitable for a knight; chivalry.
προσοχή,Τελετουργικότητα,ιπποτισμóς,ευγένεια,γενναιότητα,Ευγένεια,Ιπποτισμός,στοχαστικότητα,ιπποτισμός,αναπαραγωγή
τόλμη,τόλμη,Αγροτικότητα,Αγροτικότητα,εγκληματικότητα,Αγενεια,Ασεβεια,Αγενεια,ακαταλληλότητα,αγένεια
knightless => ιππότης, knighting => ιπποτισμός, knightia => Knightia, knighthood => Ιπποτισμός, knighthead => Πρόστεμα,